Την ώρα που φυσούσε ο Σιμούν...
Ο Αμπντούλ Αμάρ ξέχασε τις υποσχέσεις του για αιώνια αγάπη, και άρχισε να δυσανασχετεί... Τα βράδια άφηνε μόνη την Έλεν και επέστρεφε στο χαρέμι του, το οποίο ποτέ δεν του συγχώρησε αυτό το γάμο. Από την άλλη μεριά εκείνη αισθανόταν μοναξιά και απόγνωση. Σε κάθε βήμα της ένιωθε να περιστοιχίζεται από εχθρούς. Φοβόταν ακόμα και για τη ζωή της. `Ομως, τι πικρή ειρωνία... Απ` τη φυλακή που με χαρά μόνη της κλείστηκε, δεν έμελλε να βγει ποτέ... Η μικρή χαριτωμένη `Ελεν άφησε την τελευταία της πνοή κατακρεουργημένη στο δωμάτιό της, θύμα της μανίας και της ζήλιας του χαρεμιού, που μ`αυτόν τον τρόπο έβγαλε απ` τη μέση μια για πάντα την παρείσακτη Παριζιάνα, την ώρα που ο ΣΙΜΟΥΝ ΦΥΣΟΥΣΕ ΔΥΝΑΤΑ και μακάβρια...